Mελετητής: Αποστόλου Ευαγγελία
Συμμετοχή
BOLOGNA SHOAH MEMORIAL
Ο τόπος
Tο μνημείο SHOAH MEMORIAL τοποθετείται σε ένα τόπο οριακό. Η ένταση των αξόνων του συμπλέγματος διαδρομών, που ορίζονται από τον αυτοκινητόδρομο, την γέφυρα και τις σιδηροδρομικές γραμμές, διακόπτεται από την υπερύψωση του πλατώματος μνημείου.
Η ιδέα
Το ολοκαύτωμα φέρει μαζί του μια ιστορία που δεν αποτυπώνεται. Ο τόπος μνήμης καλείται να δημιουργήσει μια παύση στην ταχύτητα που επιβάλλουν οι απαιτήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας· κάπου να σταθεί το πριν και να αρχίσει το μετά .Κάπου να μάθουν, να θυμούνται και να ελπίζουν οι γενιές που έρχονται.
To μνημείο
Μια κολώνα είναι ο υποδοχέας σε αυτό τον τόπο. Μια κολώνα (ύψους 10 μ. και φάρδους 1 μ.) που στέκει ελεύθερη στο πλάτωμα που οδηγούν οι υπάρχοντες αναβαθμοί. Είναι μια κραυγή γι’ αυτούς που έφυγαν από τη ζωή με τρόπο απάνθρωπο, μια κραυγή γι αυτούς που έμειναν να μην λησμονούν και να θυμούνται. Δίπλα σε αυτή τη στήλη στο δάπεδο έχει χαραχθεί μια στενόμακρη λωρίδα γης, απόηχος της ανθρώπινης φύσης.
Οι κινήσεις είναι ιεραρχημένες. Ένας μακρόστενος τοίχος συραμμένος από μεταλλικά τεμάχια «σχίζει» τον χώρο στα δύο και ορίζει δύο πορείες που συναντώνται στον ίδιο κόμβο. Η βασική πορεία είναι αυτή που παραλαμβάνει τον επισκέπτη στην βορινή πλευρά του πλατώματος με μια ράμπα, που οδηγεί δίπλα σε πέντε μεταλλικά στοιχεία, που μοιάζουν να αποσπάστηκαν από το γραμμικό ψηφιδωτό. Προβάλλουν πάνω σε ένα ανάχωμα, φτιάχνοντας στενά ασκεπή δωμάτια, καδράροντας και τρυπώντας αυτό το κομμάτι γης, που στέκεται σιωπηλό, δίχως να επιτρέπει την μετάβαση των επισκεπτών σε αυτό. Την απομόνωση αυτού του κεκλιμένου χωμάτινου επιπέδου, εντείνει ένας φαρδύς μπετονένιος τοίχος που αποτελεί την πλάτη στήριξης του. Αντίκρυ σε αυτό τον τοίχο, που επιβάλλεται στο χώρο με το μέγεθός του, «αποκαλύπτεται», η μόνη περίκλειστη κατασκευή που υπάρχει στο χώρο. Είναι μια «κιβωτός», όπου συναντώνται οι προσευχές των ανθρώπων. Στην είσοδο αυτού του ιερού, δεξιά στις ρίζες του τοίχου, που ορίζει τη μια πλευρά του χώρου, έχει εγκιβωτιστεί μια λεκάνη νερού πλάτους 45 εκ., που λίγο μετά στενεύει στα 30 εκ., ενώ η επιφάνειά της φθάνει στο 1 μ.. Είναι το σημείο που ο προσευχόμενος μπορεί να ανάψει ένα κερί και να το αφήσει να πλεύσει πάνω στην υδάτινη γραμμή που συνεχίζει την πορεία της έξω από τον κλειστό χώρο μέσα σε μια στέρνα. Το αποτύπωμα του σχήματος της επιφάνειας του νερού εσωτερικά του κτίσματος μεταφέρεται ως την απόληξή του τοιχίου που το συγκρατεί, αποσπώντας το από την επαφή του με την οροφή και μεταφέροντας πλέον το ίχνος του φωτός. Στην απέναντι επιφάνεια έχει δημιουργηθεί στα 50 εκ. από το δάπεδο ένα άνοιγμα με πλάτος 30 εκ., που χαράσσει τον τοίχο ως και την οροφή, υπενθυμίζοντας την ύπαρξη της ελεύθερης κολώνας που είναι τοποθετημένη στον ίδιο άξονα. Στο κέντρο της οροφής έχει αποκολληθεί ένα κομμάτι κύκλου, που αφήνει το βλέμμα να στοχεύσει τον ουρανό, ενώ ατόφια δέσμη φως διοχετεύεται και κατακλύζει το χώρο.
Η είσοδος στο ιερό κτίσμα δεν επιβάλλεται, είναι μια επιλογή. Παράπλευρα στον μπετονένιο τοίχο που «έκρυβε» την τετράγωνη κατασκευή, μια ράμπα κατευθύνει σε μια ορθογώνια λευκή μαρμάρινη πλατφόρμα. Κατά την ανάβαση μέσα από μια στενόμακρη εγκοπή, φανερώνεται σταδιακά το άβατο ανάχωμα· είναι ένα τελευταίο κοίταγμα στο χθες, πριν το σώμα οδηγηθεί στο υπερυψωμένο πλάτωμα. Εδώ το βλέμμα κάνει μια στροφή προς τις γραμμές των τρένων, που παραλαμβάνουν το ρόλο του αφηγητή στο νέο ταξίδι προς την ελπίδα. Η προέκταση αυτού του επιπέδου συνεχίζει με τη μορφή ενός χωμάτινου κεκλιμένου, που στη μια πλευρά φύεται την επιμήκη υδάτινη επιφάνεια, αφιέρωμα στη ζωή, που μπορεί να ξαναγεννηθεί και να ονειρευτεί.